Ποσοστά επιτυχίας εξωσωματικής & σπερματέγχυσης

Οι μέθοδοι υποβοηθούμενης αναπαραγωγής έχουν πάψει πλέον να είναι άγνωστες λέξεις για πολλά ζευγάρια με πρόβλημα υπογονιμότητας. Οι πιο συνηθισμένες είναι η σπερματέγχυση (IUI) και η εξωσωματική γονιμοποίηση (IVF) με ή χωρίς μικρογονιμοποίηση (ICSI).

Πολλά ζευγάρια προχωρούν σε μια τέτοια θεραπεία χωρίς να γνωρίζουν τα πραγματικά ποσοστά επιτυχίας της. Λαμβάνοντας γνώση για τις πιθανότητες επιτυχίας είναι σε θέση να αποφασίζουν σωστά και δεν εξαπατώνται εύκολα.

Για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε τα ποσοστά και τους αριθμούς, πρέπει να εξετάσουμε τα αντίστοιχα μιας εγκυμοσύνης που προέρχεται από φυσιολογική σύλληψη. Εάν ένα ζευγάρι προσπαθεί να συλλάβει με σεξουαλική επαφή κατά τη διάρκεια των γόνιμων ημερών της γυναίκας, με φυσιολογικό σπέρμα, σωστή παραγωγή ωαρίου και ανοιχτές τις δύο σάλπιγγες, οι πιθανότητες να επιτευχθεί εγκυμοσύνη είναι 6%.

Με άλλα λόγια κάθε μήνα που προσπαθεί μια γυναίκα να συλλάβει έχει πιθανότητες αποτυχίας 94%!

Για να μην τρομάξουν οι αναγνώστριες να εξηγήσουμε πως πρέπει να προσπαθήσουν τουλάχιστον ένα χρόνο για να θεωρήσουμε ότι έχουν πρόβλημα υπογονιμότητας και να γίνει διερεύνησή της με τις ανάλογες εξετάσεις. Διαβάστε σχετικά με τις πρώτες απαιτούμενες εξετάσεις, στο άρθρο Εξωσωματική Γονιμοποίηση Αιτίες & Στάδια.

Κατά συνέπεια, στη διάρκεια των 12-18 μηνών προσπάθειας, το ποσοστό επιτυχίας του πολλαπλασιάζεται κατά 6%.

Η σπερματέγχυση

Η σπερματέγχυση είναι μια σχετικά απλή μέθοδος υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Κατά τη διαδικασία, επεξεργαζόμαστε το σπέρμα, βελτιώνουμε τα χαρακτηριστικά του και το εγχύουμε μέσα στην κοιλότητα της μήτρας με έναν λεπτό καθετήρα.

Όταν δεν γίνεται χρήση φαρμάκων για τη διέγερση των ωοθηκών, η όλη διαδικασία ονομάζεται φυσικός κύκλος. Αν γίνει ελεγχόμενη διέγερση των ωοθηκών με γοναδοτροφίνες ή χάπια κιτρικής κλομιφαίνης ονομάζουμε τον κύκλο αντίστοιχα.

Πολλά ζευγάρια πιστεύουν πως με την σπερματέγχυση λύνονται τα προβλήματα υπογονιμότητας και επίκειται η εγκυμοσύνη.

Η πραγματικότητα είναι πως με τη διαδικασία αυτή αυξάνουμε πάρα πολύ το ποσοστό επιτυχίας. Oυσιαστικά το διπλασιάζουμε ή τριπλασιάζουμε ανάλογα με την ηλικία της γυναίκας. Το εύρος του ποσοστού είναι 15-18%.

Η σπερματέγχυση λοιπόν δεν είναι πανάκεια. Παρ’ όλα αυτά, προσφέρει σημαντικά αυξημένα ποσοστά επιτυχίας σε σχέση με τη σεξουαλική επαφή.

Αν συνυπολογίσουμε το χαμηλό κόστος της σπερματέγχυσης, την ευκολία της μεθόδου, την επαναληψιμότητά της και το γεγονός ότι είναι ατραυματική για τη γυναίκα, βλέπουμε πως τα ποσοστά επιτυχίας που παρέχει είναι ικανοποιητικά.

Πρέπει να σκεφθούμε πως θα χρειαστούν τουλάχιστον 3 κύκλοι σπερματέγχυσης προκειμένου να έχουμε καλές πιθανότητες επιτυχίας. Πολλοί γυναικολόγοι προτείνουν 6 κύκλους σπερματέγχυσης. Ο ειδικός λαμβάνει υπ’ όψιν του τόσο τον λόγο της υπογονιμότητας, όσο και την ψυχολογική και οικονομική κατάσταση του ζευγαριού.

Δεν είναι λίγες οι φορές που το ζευγάρι απογοητεύεται τόσο πολύ από τις επαναλαμβανόμενες αποτυχίες των σπερματεγχύσεων. Όταν έρχεται η στιγμή να προχωρήσει ένα βήμα πιο πέρα -δηλαδή στην εξωσωματική γονιμοποίηση- δεν υπάρχει το κουράγιο και η θέληση που χρειάζεται.

Κατά συνέπεια ο ρόλος του γυναικολόγου, που είναι ειδικευμένος στην υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, είναι πολλαπλός:

  • Προτείνει θεραπεία εκλογής.

  • Καθορίζει τη διάρκειά της.
  • Ενημερώνει το ζευγάρι για το επόμενο θεραπευτικό στάδιο σε περίπτωση αποτυχίας.

  • Λαμβάνει υπ’ όψιν του τους παράγοντες εκείνους που μπορεί να οδηγήσουν το ζευγάρι σε απογοήτευση ή και απόγνωση. Αν χρειαστεί προτείνει ψυχολογική υποστήριξη.

Η εξωσωματική γονιμοποίηση

Η μέθοδος αυτή για τα περισσότερα ζευγάρια σημαίνει κόστος, στρες, αναμονή και φυσικά ιατρική επέμβαση. Το κυριότερο όμως είναι πως πολλοί πιστεύουν ότι τα ποσοστά επιτυχίας της εξωσωματικής είναι εξαιρετικά υψηλά. Θεωρούν ότι το πιθανότερο είναι πως το τέλος της θεραπείας θα τους βρει με ένα παιδί στην αγκαλιά τους.

Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία πως ο σκοπός του Γυναικολόγου που είναι ειδικευμένος στην IVF συμπίπτει με αυτόν του υπογόνιμου ζευγαριού: την τεκνοποίηση. Επιπλέον ο ειδικός πρέπει να εξασφαλίσει ότι η διαδικασία είναι ασφαλής για τη γυναίκα, σύντομη και οικονομικά προσιτή.

Ιδιαίτερα σημαντική είναι η επιμόρφωση του ζευγαριού και η ενημέρωσή του για το τι πραγματικά σημαίνει IVF πέρα από το τεχνικό μέρος της διαδικασίας.

Με Ειλικρίνεια, Αλήθεια και Σεβασμό.

Με δεδομένο λοιπόν τον αριθμό εμβρύων που νόμιμα μπορούν να μεταφερθούν στη μήτρα κατά τη διαδικασία της εμβρυομεταφοράς, το τελικό δηλαδή στάδιο της IVF, το ποσοστό επιτυχίας της εξωσωματικής κυμαίνεται μεταξύ 45-48%.

Τι πραγματικά σημαίνει αυτό το νούμερο;

Το νούμερο αυτό κατ’ αρχήν αναφέρεται σε γυναίκες ηλικίας μέχρι 35 ετών. Μετά από αυτήν την ηλικία τα ποσοστά επιτυχίας εξωσωματικής αρχίζουν να πέφτουν κάθε χρόνο. Για γυναίκες 40 ετών διαμορφώνονται γύρω στο 12%. Αυτοί οι αριθμοί μειώνονται ακόμα πιο πολύ για να καταλήξουν στο 2-3% στα 44 χρόνια. Αξίζει βέβαια να σημειωθεί πως τα ποσοστά αυτά αναφέρονται στο μέσο όρο των γυναικών, ανεξάρτητα από τα επίπεδα των ορμονών τους, τις ανατομικές ιδιαιτερότητες, τις προηγούμενες προσπάθειες και τέλος την ποιότητα του σπέρματος. Κάθε ζευγάρι έχει τα δικά του ποσοστά επιτυχίας, τα οποία όμως είναι αδύνατον να προσδιοριστούν με ακρίβεια. Για τον λόγο αυτόν η εκτίμηση γίνεται κατά προσέγγιση.

Έχει υπολογιστεί πως το συνολικό ποσοστό επιτυχίας εξωσωματικής για μια γυναίκα (έως 35 ετών) που θα υποβληθεί σε θεραπεία 3 φορές ανέρχεται στο 70%.

Το επόμενο άγνωστο κομμάτι των ποσοστών είναι η πραγματική τους σημασία. Έστω ότι έχουμε μια γυναίκα 34 ετών, συμβαίνουν τα εξής:

Το γενικό ποσοστό επιτυχίας της εξωσωματικής είναι 45%. Τι σημαίνει αυτό;

Τα ποσοστά αναφέρονται στην επίτευξη θετικού τεστ εγκυμοσύνης (βιοχημική εγκυμοσύνη) ή στη διάγνωση καρδιακής λειτουργίας του εμβρύου στο υπερηχογράφημα μερικές εβδομάδες μετά το τέλος της θεραπείας (κλινική εγκυμοσύνη). Κατά τη διάρκεια όμως των πρώτων εβδομάδων της κύησης ένα σημαντικό ποσοστό εμβρύων σταματά να αναπτύσσεται. Aυτά δεν φθάνουν στο στάδιο της καρδιακής λειτουργίας. Είναι προφανές ότι το ποσοστό επιτυχίας βιοχημικής εγκυμοσύνης (biochemical pregnancy success rate) είναι σημαντικά υψηλότερο από αυτό της κλινικής εγκυμοσύνης (clinical pregnancy success rate).

Τα πράγματα γίνονται πιο σύνθετα αν λάβουμε υπ΄όψιν το ποσοστό επιτυχίας που βασίζεται στις γεννήσεις παιδιών από προσπάθειες εξωσωματικής (take home baby rate). Η κάθε γυναίκα που εγκυμονεί έχει δυστυχώς πιθανότητα αποβολής 15%. Το ποσοστό αυτό μειώνεται καθώς η εγκυμοσύνη προχωρά και το έμβρυο μεγαλώνει.

Παρόλα αυτά, ο αριθμός είναι διαφορετικός για κάθε έγκυο.

Αυξάνεται ανάλογα με την ηλικία της λόγω του μεγαλύτερου ποσοστού χρωμοσωμικών ανωμαλιών. Επιπλέον, για γυναίκες που υποβάλλονται σε εξωσωματική γονιμοποίηση, το ποσοστό αποβολής είναι ακόμη μεγαλύτερο και φθάνει το 20%. Αυτό συμβαίνει γιατί οι γυναίκες αυτές έχουν πιο συχνά προβλήματα που μετατρέπουν μια εγκυμοσύνη σε υψηλής επικινδυνότητας (high risk pregnancy). Καταλαβαίνουμε λοιπόν πως το ποσοστό που αφορά την επιτυχία της εξωσωματικής γίνεται ακόμη πιο μικρό αν αναφέρεται στην επιτυχή γέννηση ενός παιδιού.

Ακόμη πιο πολύπλοκη γίνεται η κατάσταση αν σκεφθούμε ότι πολλές γυναίκες που ξεκινούν μια προσπάθεια δεν καταφέρνουν να φτάσουν στο στάδιο της εμβρυομεταφοράς. Ξεκινούν δηλαδή τη διέγερση των ωοθηκών και σταματούν γιατί έχουν μειωμένη ή μηδενική ανταπόκριση στα φάρμακα. Στη συνέχεια, δεν συλλέγονται ωάρια κατά την ωοληψία (empty follicle syndrome), δεν επιτυγχάνεται γονιμοποίηση των ωαρίων από τα σπερματοζωάρια άρα δεν δημιουργούνται έμβρυα (failed fertilisation) και δεν είναι δυνατή η εμβρυομεταφορά λόγω ανατομικών δυσκολιών.

Φυσικά οι παραπάνω λόγοι δεν ισχύουν όλοι μαζί, αλλά καθένας ξεχωριστά.

Για καθέναν από αυτούς όμως, τα ποσοστά επιτυχίας πέφτουν. Αν δηλαδή, για την εξαγωγή συμπερασμάτων και ποσοστών επιτυχίας λαμβάνονται υπ’ όψιν όλες οι γυναίκες που ξεκινούν μια προσπάθεια εξωσωματικής, τότε αυτά είναι σαφώς χαμηλότερα απ’ ό,τι αν βασίζονται στις γυναίκες που έχουν επιτυχημένη εμβρυομεταφορά. Ο λόγος είναι ότι οι τελευταίες έχουν ξεπεράσει τους κινδύνους εγκατάλειψης της προσπάθειας.

Επίσης σημαντικό ρόλο παίζει η ποιότητα των εμβρύων. Όσο πιο καλή είναι η μορφολογία τους τόσο ανεβαίνει το ποσοστό επιτυχίας της εξωσωματικής. Σαφή εικόνα έχει ο εμβρυολόγος που συμμετέχει στη διαδικασία.

Όλα τα παραπάνω γίνονται ακόμα πιο δυσνόητα αν μπουν στην εξίσωση τεχνικές όπως η μικρογονιμοποίηση (ICSI), οι βλαστοκύστες, η τεχνητή ωρίμανση ωαρίων (IVM), ο φυσικός κύκλος εξωσωματικής (natural cycle), η προεμφυτευτική γενετική διάγνωση (PGD), η χρήση παγωμένων ωαρίων, σπέρματος ή εμβρύων, η υποβοηθούμενη εκκόλαψη (assisted hatching), η χρήση laser και τα διαφορετικά πρωτόκολλα θεραπείας (βραχύ, μακρύ, υπερμακρύ και υπερβραχύ), η χρήση αγωνιστών ή ανταγωνιστών και ανασυνδυασμένων ή ανθρώπινων γοναδοτροπινών.

Πρόσθετο ερώτημα, είναι τι ποσοστό υπάρχει στην εξωσωματική με φυσικό κύκλο.

Θα αναφερθούμε αναλυτικά σε επόμενο άρθρο μας, μείνετε συντονισμένοι για να το λάβετε πρώτοι.

Το συμπέρασμα είναι πως τα ποσοστά επιτυχίας είναι διαφορετικά για κάθε περίπτωση υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Το φαινόμενο της χρήσης της στατιστικής προς όφελός μας είναι πλέον αρκετά διαδεδομένο σε πολλές επιστήμες (οικονομία, πολιτική). Πρέπει όμως κάποιος να είναι πολύ προσεκτικός, είτε είναι γιατρός, είτε ασθενής.

Στην πρώτη περίπτωση η ευθύνη της δημιουργίας αβάσιμων ελπίδων για τα ποσοστά επιτυχίας της εξωσωματικής είναι σημαντική. Στη δεύτερη, το ζευγάρι έχει δικαίωμα να γνωρίζει τα πραγματικά ποσοστά επιτυχίας της προσπάθειάς του. Να μην σταθεί σε ένα αυθαίρετο νούμερο που βγαίνει μέσα από διεθνείς στατιστικές που δεν έχουν σχέση με τις ιδιαιτερότητές του, αλλά ούτε και με τη συγκεκριμένη Μονάδα Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής.

Τα παραπάνω δεν σημαίνουν φυσικά ότι οι διεθνείς στατιστικές είναι άχρηστες. Αντίθετα, οι αριθμοί που δίνουν είναι πολύ έγκυροι γιατί βασίζονται σε μεγάλα στατιστικά δείγματα ασθενών. Στη χώρα μας, που έχει μικρό πληθυσμό είναι δύσκολο να πραγματοποιηθούν μεγάλες στατιστικές μελέτες.

Είναι όμως σημαντικό να εξηγούνται τόσο τα γενικά ποσοστά επιτυχίας, όσο και αυτά που αφορούν τη συγκεκριμένη Μονάδα Εξωσωματικής Γονιμοποίησης, χωρίς να παραλείπονται διαφοροποιήσεις τους, λόγω ιδιαιτεροτήτων της υπογονιμότητας του ζευγαριού.

Εν κατακλείδι, αυτό που πρέπει πρωτίστως να αντιληφθεί το υπογόνιμο ζευγάρι είναι πως οι μέθοδοι υποβοηθούμενης αναπαραγωγής δεν είναι πανάκεια. Δεν υπόσχονται σίγουρη εγκυμοσύνη, πόσο μάλλον τεκνοποίηση. Είναι όμως ο πλέον αξιόπιστος και ασφαλής τρόπος για να προσπαθήσει κανείς να αποκτήσει παιδί. Στα κατάλληλα χέρια έχει εξαιρετικά ποσοστά επιτυχίας, τα οποία χρόνο με το χρόνο και με την πρόοδο της επιστήμης βελτιώνονται.

Ελπίζουμε σύντομα να φτάσουμε στο σημείο να λέμε στο ζευγάρι πως με τη θεραπεία είναι βέβαιο να έχει επιτυχημένη εγκυμοσύνη. Σκοπός μας είναι να ξεπεράσουμε το 60% στην πλειοψηφία των θεραπειών. Έτσι, θα είμαστε σε θέση να δώσουμε ένα ακόμη κίνητρο για την έναρξη της θεραπείας, καθιστώντας την ψυχολογικά πιο ήπια και οικονομικά πιο συμφέρουσα.

Μέχρι σήμερα στην GynCare IVF είμαστε περήφανοι για τα υψηλά ποσοστά επιτυχίας εξωσωματικής γονιμοποίησης. Μάλιστα, αυτό συμβαίνει σε δύσκολες περιπτώσεις και σε περιστατικά υψηλού κινδύνου όπως η μεγάλη ηλικία, ο διαβήτης και η ενδομητρίωση. Η επιτυχία μας πέραν της γνώσης και της εξειδίκευσης οφείλεται στην προσεκτική διερεύνηση των αιτίων της υπογονιμότητας , στην επιτυχή αντιμετώπιση αυτών και στην επιλογή της καταλληλότερης μεθόδου για το κάθε ζευγάρι.

Αιτίες αποτυχίας εμφύτευσης στην εξωσωματική, μπορείτε να δείτε και το αναλυτικό video του γυναικολόγου Δρ. Ευάγγελου Σακκά.

 

Αιτίες αποτυχίας εμφύτευσης στην εξωσωματική. Δρ Σακκάς

Δημοσιεύτηκε από Gyn Care στις Κυριακή, 5 Απριλίου 2020

Δείτε επίσης αναλυτικά στο επιστημονικό άρθρο για την εξωσωματική γονιμοποίηση όλα όσα θέλετε να μάθετε

Share This Story:

Σχετικά  άρθρα