Καρκίνος ωοθηκών

Ο καρκίνος των ωοθηκών αποτελεί περίπου το 20% του συνόλου των καρκίνων που πλήττουν τα γυναικεία γεννητικά όργανα. Εκδηλώνεται συνήθως μετά τα 50 χρόνια και είναι δύσκολο να ανιχνευθεί στα αρχικά του στάδια. Γι’ αυτό και είναι από τους πλέον επικινδύνους.

Τα συμπτώματα που εμφανίζουν οι ασθενείς μπορεί να είναι:

  • Κοιλιακό πρήξιμο ή πόνος.

  • Ακαθόριστα, αλλά επίμονα γαστρεντερικά συμπτώματα (αέρια, ναυτία, φούσκωμα, δυσπεψία).

  • Συχνή και επείγουσα ούρηση.

  • Αλλαγή συνηθειών αφόδευσης (χρόνια διάρροια ή δυσκοιλιότητα).

  • Αδικαιολόγητη αύξηση ή απώλεια βάρους.

  • Πόνος κατά τη σεξουαλική επαφή.

  • Ασυνήθιστη απώλεια αίματος από τον κόλπο.

  • Ανεξήγητη κούραση.

Προδιαθεσικοί Παράγοντες

  • Ηλικία άνω των 50 ετών.

  • Κάπνισμα

  • Γυναίκες που εμφάνισαν καρκίνο μαστού πριν από την ηλικία των 50 ετών.

  • Οικογενειακό ιστορικό σε γυναίκες με καρκίνο ωοθηκών, μαστού ή παχέος εντέρου.

  • Μια μετάλλαξη στο γονίδιο BRCA 1 ή BRCA που σχετίζεται με τον καρκίνο του μαστού.

  • Γυναίκες που δεν έκαναν παιδιά.

  • Θεραπεία Ορμονικής Υποκατάστασης για διάστημα μεγαλύτερο των 10 ετών.

Πρέπει να τονίσουμε πως αντίθετα με ότι πιστεύεται, η χρήση φαρμάκων για τη διέγερση των ωοθηκών (γοναδοτροπίνες) σε προηγούμενες θεραπείες εξωσωματικής γονιμοποίησης δεν αποτελεί επιβαρυντικό παράγοντα για την εμφάνιση τέτοιου είδους καρκίνου.

Εννοείται πως αν μια γυναίκα πάσχει από καρκίνο δεν προχωράει σε προσπάθεια εξωσωματικής με λήψη φαρμάκων, αλλά εάν αυτό είναι αναγκαίο με φυσικό κύκλο.

Το αντίθετο ισχύει για την κιτρική κλομιφαίνη που χορηγείται σε μορφή χαπιού εδώ και πολλά χρόνια. Υπάρχουν δεδομένα που αποδεικνύουν πως αυτό το φάρμακο πρέπει να χορηγείται ορισμένες φορές (συνήθως για 6 μήνες) και όχι περισσότερο.

Πώς γίνεται η πρόληψη και η διάγνωση

Δεν υπάρχουν προληπτικά μέτρα για τον καρκίνο της ωοθήκης όπως για παράδειγμα το τεστ παπ για τον καρκίνο του τράχηλου. Πρακτικά, όπως και με όλες τις υπόλοιπες μορφές καρκίνου, η επιβίωση έχει να κάνει με την έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση.

Το πιο σοφό που έχει να κάνει είναι να πραγματοποιεί τον απαραίτητο ετήσιο έλεγχο με υπερηχογράφημα και γυναικολογική εξέταση στον γυναικολόγο της. Σε αυτόν θα αναφέρει και όποιο από τα παραπάνω συμπτώματα την απασχολεί. Ο γυναικολόγος θα αξιολογήσει τα συμπτώματα και εκτός από τον καθιερωμένο έλεγχο ενδέχεται να ζητήσει εξετάσεις για την περεταίρω διερεύνηση του προβλήματος.

Το διακολπικό υπερηχογράφημα είναι σήμερα ο πιο αξιόπιστος τρόπος έγκαιρης διάγνωσης κάποιου γυναικολογικού προβλήματος. Εάν βρεθεί μια ύποπτη κύστη ωοθήκης ή άλλο μόρφωμα τότε γίνεται επιπλέον προσδιορισμός των καρκινικών δεικτών (CA-125 κλπ).

Οι καρκινικοί δείκτες

Δυστυχώς οι καρκινικοί δείκτες δεν έχουν την ευαισθησία που θα θέλαμε και αποτελούν αξιόπιστο εργαλείο μόνο για τη διάγνωση του προβλήματος και όχι για την πρόγνωση.

Τα γονίδια BRCA1 και BRCA2 είναι υπεύθυνα για την παραγωγή πρωτεινων που καταστέλλουν την εμφάνιση καρκίνου του μαστού και βοηθούν στην διόρθωση ανωμαλιών του DNA. Έτσι λοιπόν μετάλλαξη αυτών οδηγεί σε καρκίνο.

Οι κληρονομούμενες μεταλλάξεις σε αυτά τα γονίδια αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνο του μαστού και των ωοθηκών καθώς και άλλων τύπως καρκίνων που θα αναλύσουμε αργότερα. Ευθύνονται για την εμφάνιση καρκίνου του μαστού συνήθως σε ηλικία νεότερη των 50.

O κίνδυνος εμφάνισης καρκίνου του μαστού στον γενικό πληθυσμό είναι 10%. Αντιθέτως, σε φορείς της μετάλλαξης ο κίνδυνος αυτός ανέρχεται στο 70% για το BRCA 1 και 45% για το BRCA 2.

Σχετικά με τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου των ωοθηκών, στον γενικό πληθυσμό ανέρχεται στο 1.4% ενώ στους φορείς της μετάλλαξης BRCA 1 στο 39% και 17% στους φορείς της μετάλλαξης BRCA2.

Στις γυναίκες φορείς έχει αποδειχθεί οτι αυξάνεται ο κίνδυνος εμφάνισης νεοπλασίας των σαλπίγγων και του περιτοναίου ενώ στους άντρες αυξάνεται η πιθανότητα νεοπλασίας του προστάτη.

Έχει αποδειχτεί ότι ο επιπολασμός των μεταλλάξεων αυτών είναι ιδιαίτερα αυξημένος στον εβραικό πληθυσμό Ασκενάζι καθώς και στον Ολλανδικό, Νορβηγικό και Ισλανδικό πληθυσμό.

Σαφώς και υπάρχουν και πραγματοποιούνται με μια απλή αιμοληψία.
Τα αποτελέσματα βγαίνουν σε 3 εβδομάδες.

Πρόκειται για μία σπάνια μετάλλαξη. Αυτό συνεπάγεται ότι απαιτούνται κάποια κριτήρια για να ωθήσουν κάποιον να πραγματοποιήσει τον έλεγχο.
Η αμερικάνικη επιδημιολογική εταιρεία προτείνει ο έλεγχος να γίνεται σε άτομα με:

  • Ιστορικό καρκίνου του μαστού σε νεαρή ηλικία (προ της εμμηνόπαυσης), ιστορικό αμφοτερόπλευρου καρκίνου του μαστού και ιστορικό καρκίνου του μαστού και ωοθήκης

  • Ιστορικό καρκίνου ωοθήκης και οικογενειακό ιστορικό συγγενούς με καρκίνο ωοθήκης ή καρκίνο στήθους σε νεαρή ηλικία ή και τα 2.

  • Οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του μαστού σε 2 ή περισσότερους συγγενείς πρώτου βαθμού.

  • Οικογενειακό ιστορικό αντρικού καρκίνου του μαστού.

  • Οικογενειακό ιστορικό συγγενούς με καρκίνο ωοθήκης και μαστού.

  • Οικογενειακό ιστορικό αμφοτερόπλευρου καρκίνου του μαστού.

  • Με περισσότερους των 2 συγγενών με καρκίνο ωοθήκης.

  • Συγγενή φέροντα τη μετάλλαξη.

Σε κάθε περίπτωση, γυναίκα που υποψιάζεται ότι χρειάζεται να ελεγχθεί πρέπει απαραίτητα να μιλήσει με τον προσωπικό της γυναικολόγο ο οποίος και θα κρίνει αν είναι αναγκαίο. Η συζήτηση και η καθοδήγηση είναι σημαντική. Σε περίπτωση θετικού αποτελέσματος η ψυχολογική υποστήριξη είναι εξέχουσας σημασίας.

Το γενετικό τεστ μπορεί να είναι θετικό, αρνητικό ή αμφιλεγόμενο.

Θετικό τεστ σημαίνει ότι η πιθανότητα εμφάνισης καποιων καρκίνων είναι ιδιαιτέρως υψηλή χωρίς όμως να σημαίνει ότι είναι απολύτως βέβαιο. Επίσης, σημαντική είναι η πιθανότητα κληροδότησης της μετάλλαξης στην επόμενη γενιά (50% σε περίπτωση που ένας γονεάς είναι φορέας).

Σε περίπτωση αρνητικού ή αμφιλεγόμενου (ambiguous) αποτελέσματος η περίπτωση αυτό να είναι ψευδώς αρνητικό (δηλαδη να υπάρχει η μετάλλαξη αλλά το τεστ να είναι αρνητικο) είναι πολύ χαμηλή. Σε κάθε περίπτωση απαιτείται πάντα συζήτηση με τον γυναικολόγο και γενετική συμβουλή.

Η αντιμετώπιση βασίζεται στα εξής:

Αυστηρό screening

Νέες γυναίκες μπορούν να ξεκινήσουν το screening σε νεότερη ηλικία από το γενικό πληθυσμό (25 ετών). Αυτό συνίσταται σε ετήσια κλινική εξέταση από έμπειρο μαστολόγο καθώς και υπερηχογράφημα μαστού ή ακόμα και μαστογραφία σύμφωνα με ορισμένους μελετητές αν και είναι πολύ συζητήσιμο λόγω της ληφθείσης ακτινοβολίας. Συχνά χρησιμοποιείται η μαγνητική τομογραφία σε ετήσια βάση. Σε κάθε περίπτωση, ο θεράπων ιατρός είναι εκείνος που θα αποφασίσει για το είδος της εξέτασης.

Σχετικό με τον έλεγχο καρκίνου των ωοθηκών, δεν υπάρχει κάποιο αξιόπιστο τεστ. Σήμερα μπορούμε να βασιστούμε μονάχα στο κολπικό υπερηχογράφημα και την κλινική εξέταση. Η αναζήτηση του καρκινικού δέικτη CA 125 δεν είναι καθόλου ειδική εξέταση και οδηγεί συχνά σε εσφαλμένα συμπεράσματα. Προσφάτως εφαρμόζεται και ο νέος καρκινικός δείκτης ROMA, υψηλής ευαισθησίας ειδικά για τον καρκινό ωοθηκών.

Προφυλακτική χειρουργική αντιμετώπιση

Δεδομένου ότι οι συχνότεροι καρκίνοι άμεσα συσχετιζόμενοι με τις μεταλλάξεις BRCA 1 και BRCA 2 είναι ο καρκίνος του μαστού, των ωοθηκών και των σαλπίγγων, η προφυλακτική χειρουργική αντιμετώπιση βασίζεται στην αμφοτερόπλευρη μαστεκτομή και αμφοτερόπλευρη αφαίρεση των εξαρτημάτων (ωοθηκών και σαλπίγγων)

Χημειοπροφύλαξη

Η ταμοξιφένη φαίνεται να μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού σε φορείς των μεταλλάξεων BRCA1 και BRCA2. Η ραλοξιφένη βρίσκεται ακόμα υπό έλεγχο και απαιτούνται περισσότερες μελέτες για την ασφαλή χορήγησή της.

Σε μεγάλες μελέτες που έχουν γίνει δεν έχει αποδειχθεί ότι ο ετήσιος έλεγχος των καρκινικών δεικτών προσφέρει κάτι παραπάνω στην επιβίωση των γυναικών που τελικά θα προσβληθούν από καρκίνο των ωοθηκών.

Επιπλέον, η διερεύνηση του καρκίνου της ωοθήκης μπορεί να περιλαμβάνει:

  • Αξονική ή μαγνητική τομογραφία λεκάνης (πυέλου).

  • Ερευνητική λαπαροτομία (χειρουργική διαδικασία που εξετάζει την κοιλιακή κοιλότητα).

Πώς αντιμετωπίζεται

Ο καρκίνος των ωοθηκών αντιμετωπίζεται κυρίως με χειρουργική επέμβαση που κατά κανόνα ακολουθείται από χημειοθεραπεία και ακτινοβολία διαφόρων μορφών.

Εντούτοις η ακτινοβολία φαίνεται να έχει πολύ περιορισμένο ρόλο στη θεραπεία του καρκίνου των ωοθηκών.
Στη χειρουργική επέμβαση πραγματοποιούμε σχεδόν πάντα αφαίρεση της μήτρας και των δύο ωοθηκών.

Παρακολούθηση μετά τη θεραπεία

Όπως σε όλες τις μορφές καρκίνου η παρακολούθηση μετά το χειρουργείο είναι συχνή. Οι επισκέψεις στον γυναικολόγο θα πρέπει να γίνονται ως εξής:

  • Τα 2 πρώτα χρόνια κάθε 3 μήνες.

  • Τα επόμενα 5 χρόνια κάθε 6 μήνες.

  • Μετά τον 7ο χρόνο, μια φορά κάθε χρόνο.

Ο έλεγχος περιλαμβάνει οπωσδήποτε κλινική εξέταση και υπερηχογράφημα, αλλά επίσης καρκινικούς δείκτες και αξονική τομογραφία σε τακτά χρονικά διαστήματα.

Εννοείται ότι τόσο η χημειοθεραπεία όσο και οι ακτινοβολίες καθορίζονται σε στενή συνεργασία με ειδικούς ογκολόγους και ακτινοθεραπευτές.